Ο Χρήστος Δασκαλάκης μας συστήνει «Το Γονεοτροφείο». Ένα παραμύθι για μικρά και πολύ μεγάλα παιδιά! Αγαπάει τα παραμύθια και το ξέρουμε. Το ίδιο όμως τον αγαπούν και εκείνα. Αφήνονται στα χέρια του και εκείνος, με τον δικό του ποιητικό τρόπο, μας τα προσφέρει απλόχερα και μας ταξιδεύει σε κόσμους καινούριους, τρυφερούς και παραμυθένιους. Ο Χρήστος Δασκαλάκης είναι εδώ, και μαζί «Το Γονεοτροφείο» του, σε μια συνέντευξη διαφορετική, ανατρεπτική και άκρως ενδιαφέρουσα.

Παιδί ή ενήλικας; Θυμηθείτε την καλύτερη στιγμή από κάθε στάδιο;

Νομίζω ενήλικας με τη διάθεση παιδιού. Δεν μπορώ να μείνω για πολύ ώρα ως «ενήλικας». Η ζωή είναι ένα δύσκολο μα όμορφο παιχνίδι. Και τα παιχνίδια χρειάζονται λίγη παιδικότητα. Ως παιδί, η καλύτερη ανάμνηση είναι όταν ήμουν κάτω από τη σκιά ενός πεύκου και διάβαζα τις ιστορίες του Ντόναλντ Ντακ. Ως ενήλικας, δεν ξεχνώ τίποτα που να έχει σχέση με τα παιδιά. Τα σχολεία που επισκέφτηκα, τις αγκαλιές που μοιράστηκα, τις ζωγραφιές που έλαβα, τη συγκίνηση που ένιωσα.

Κλαίτε εύκολα;

Παλιότερα ναι! Τώρα κρατιέμαι. Κλαίω πιο εύκολα όταν είμαι μόνος. Το αναζητώ κάποιες φορές. Με λυτρώνει. Με βοηθάει να νιώσω ότι δεν έχω αλλοιωθεί εντελώς ακόμα.

Υπήρξατε ένα χαρούμενο παιδί; Τι συναισθήματα ξυπνάει η συναναστροφή σας με τα παιδιά σήμερα;

Δύσκολη ερώτηση, δύσκολη απάντηση. Όχι, δεν υπήρξα το πιο χαρούμενο παιδί που θα μπορούσες να δεις. Φοβισμένο ήμουν και μοναχικό. Μα όλα αυτά έχουν τώρα περάσει και δε θέλω να επιστρέφω. Τώρα θέλω μόνο να βλέπω χαμόγελα. Η συναναστροφή με τα παιδιά με φέρνει πιο κοντά στο «χαμένο χρόνο», πιο κοντά στον «καλό» εαυτό μου. Μου θυμίζει τη σημασία του να έχουν τα παιδιά όμορφες αναμνήσεις. Και είναι χαρά μου να μπορώ να συμβάλω σε αυτό. Κάνω λοιπόν ό,τι μπορώ για να είμαι διαθέσιμος και να μη χρειαστεί να απαντήσω αρνητικά σε κάθε πρόσκληση, σε κάθε σχολείο.

Δικά σας παιδιά θα θέλατε να έχετε;

Παλιά το ήθελα πολύ. Αλλά μετά τις σπουδές μου και ύστερα από έξι χρόνια ψυχοθεραπείας, κατάλαβα ότι ήταν μια ανάγκη λόγω των δικών μου δύσκολων παιδικών βιωμάτων. Αλλά δεν φέρνεις στον κόσμο ένα παιδί για να ξορκίσεις τα δικά σου θέματα. Τώρα νιώθω ευλογημένος που έχω τη δυνατότητα να ζω ανάμεσα σε παιδιά. Δε θα μπορούσα να έχω μεγαλύτερο δώρο στη ζωή μου.

Τώρα ίσως να μας είναι πιο εύκολα αντιληπτό το πως προέκυψε «Το Γονεοτροφείο». Είναι όντως κάθε παραμύθι σας ένα προσωπικό βίωμα;

«Το Γονεοτροφείο» είναι το μέρος εκείνο όπου υπάρχει μόνο χαρά και αγάπη. Είναι το μέρος όπου μπορείς να βρεις πραγματικό ενδιαφέρον, ασφάλεια, αποδοχή και μια μεγάλη αγκαλιά. Είμαι της άποψης λοιπόν πως όσα δεν έχεις ή όσα δεν έζησες μπορείς πάντα να τα δημιουργήσεις ή να τα ονειρεύεσαι. Ένα τέτοιο μέρος είναι και το Γονεοτροφείο. Επομένως ναι, κάθε παραμύθι μου είναι ένα προσωπικό βίωμα πασπαλισμένο με αρκετή «χρυσόσκονη»…

Το Γονεοτροφείο

Ταυτίζεστε καθόλου με τον μικρό Παύλο, τον ήρωα του Γονεοτροφείου;

Ο Παύλος εμφανίζεται αρχικά ως ένας πολύ δυναμικός χαρακτήρας. Πράγμα που δεν ήμουν εγώ στην ηλικία του. Ταυτίζομαι στο σημείο που «μαλακώνει», αναγνωρίζει και διεκδικεί την αγάπη και την προσοχή που του αναλογεί…

Νιώθετε ότι έχετε αγαπήσει ή έχετε αγαπηθεί περισσότερο;

Θα έλεγα ότι έχω περισσότερο αγαπηθεί. Δεν πρόλαβα ως παιδί να αγαπήσω. Αλλάζαν συνεχώς τα πρόσωπα στη ζωή μου και δεν ήξερα που ανήκω. «Έπρεπε» να προσαρμοστώ για να επιβιώσω και έτσι έχασα την εκπαίδευση της αγάπης. Ξεκίνησα έτσι να «διδάσκομαι» ως ενήλικας και φοβάμαι έχασα αρκετό χρόνο.

Μιλάτε τόσο εύστοχα για αυτά τα «πρέπει» στο Γονεοτροφείο…

Τα «πρέπει» είναι άσχημα όταν στα επιβάλουν και σημαντικά όταν τα δημιουργείς για να μπορέσεις να ζήσεις. Μια λέξη τόσο μικρή μα με τόσο μεγάλο αντίκτυπο στη ζωή μας. Τα γκρεμίζω σιγά σιγά…

Για ποιον τελικά γράψατε αυτό το παραμύθι; Δεν είναι μόνο για παιδιά, δεν είναι μόνο για μεγάλους. Δεν είναι μόνο για γονείς, δεν είναι μόνο για εκπαιδευτικούς. Υπάρχει συγκεκριμένος αποδέκτης;

Δεν ξέρω να σας απαντήσω, ειλικρινά. Νιώθω πως είναι μια ιστορία για όλους! Για εμένα, για εσάς, για όσους υπήρξαμε παιδιά, για όσους αναζητάμε ένα όμορφο τέλος στη δική μας ιστορία. Για όσους μας έλειψε η αγάπη, για όσους θέλουμε χαρούμενα παιδιά γύρω μας, για όσους αγαπάμε τη ζωή…

Πως εξηγείτε την αποδοχή που έχετε λάβει ως συγγραφέας;

Δεν σκέφτομαι πολύ τη διαδρομή μου. Νιώθω μόνο ευγνωμοσύνη. Ευγνωμοσύνη προς κάθε αναγνώστη που έβαλε ένα βιβλίο μου στο σπίτι του. Τα υπόλοιπα δεν έχουν καμία απολύτως σημασία.

Ήταν μοναχική η συγγραφική σας πορεία μέχρι την αναγνώριση;

Πολύ! Δεν είναι εύκολο πράγμα να γίνεις «αποδεκτός» από ένα σύστημα που έχει τους δικούς του κανόνες. Θέλει υπομονή, προσπάθεια και αγάπη μέχρι να ανοίξει η μεγάλη πόρτα. Τώρα για την «αναγνώριση», αυτό θα φανεί στο τέλος της διαδρομής.

Η δική σας πόρτα όμως άνοιξε. Και μάλιστα διάπλατα. Τι ήταν αυτό που συνέβαλε σε αυτή την επιτυχία;

Η δική μου πόρτα ξεκίνησε να ανοίγει σιγά σιγά και σταδιακά. Με υπομονή και πίστη σε αυτό που έκανα. Το πρώτο βήμα έγινε όταν οι εκδότες μου πίστεψαν σε μένα. Όταν μου πρόσφεραν φιλοξενία, εφόδια και αγάπη. Και φυσικά μετά ήταν οι αναγνώστες και οι φίλοι που δε με άφησαν μόνο μου ούτε στιγμή. Άνθρωποι υπέροχοι, άνθρωποι ξεχωριστοί, δοτικοί, φύλακες άγγελοι της ζωής μου.

Σας διακατέχει μια αισιοδοξία που είναι δυσεύρετη στις ημέρες μας. Από που πηγάζει;

Όταν ξεκινάς από το μηδέν, με μία άδεια βαλίτσα, η αισιοδοξία είναι μονόδρομος. Όταν προσπαθείς συνεχώς, κάνεις δύο βήματα πέφτεις και χτυπάς, τότε πάλι η αισιοδοξία είναι μονόδρομος. Διδάχτηκα να ονειρεύομαι και να κάνω υπομονή. Ακολούθησα τη συμβουλή και συνεχίζω να την ακολουθώ και ως ενήλικας.

Τι εύχεστε για «Το Γονεοτροφείο»;

Να έχει τις πόρτες του πάντα ανοιχτές. Να προσφέρει δύναμη και ελπίδα μέσα από την ιστορία του και να φέρει τα παιδιά πιο κοντά στην τέχνη μέσα από τις μοναδικές εικόνες του Βασίλη Παπατσαρούχα. Να ταξιδέψει σε μέρη που εγώ δεν κατάφερα να πάω. Να είναι η καλύτερη συντροφιά δίπλα στο μαξιλάρι των παιδιών και να φέρει λίγο άρωμα αθωότητας σε όλους εμάς τους μεγάλους.

Πως θα θέλατε να κλείσουμε;

Επειδή «το Γονεοτροφείο» είναι μια ιστορία υπομονής, δύναμης και αγάπης, θα ήθελα να κλείσουμε με λίγους στίχους από το τραγούδι του. Ένα τραγούδι, που τελειώνει με τα παρακάτω λόγια:

«Τις ανηφόρες μη φοβάσαι να κοιτάς
θα’ ρθει στιγμή που θα βρεθείς στην κορυφή τους
κι’ όπως θ’ ανοίγει η αγκαλιά που αναζητάς
θ’ ανθίζει η γη μαζί σου.
Τώρα που βρήκες το λιμάνι της καρδιάς
στο παραμύθι της παράξενης ζωής σου
να μην ξεχνάς, γι’ αυτούς που πόνεσαν βαθιά
αγάπη πάντα ήσουν…»

«Το Γονεοτροφείο» κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Άγκυρα, που φέτος κλείνουν 130 χρόνια πορείας. Η εικονογράφηση του βιβλίου ανήκει στον Βασίλη Παπατσαρούχα (δύο κρατικά βραβεία εικονογράφησης).